Κάποτε, τα τυροκομικά σε ένα χωριό ξεπέρασαν και τα όρια της Κρήτης
Του Μανόλη Παντινάκη
Κάποτε τα Χάρκια, το χωριό κοντά στο Αρκάδι ήταν ο φημισμένος τόπος με τις εύγεστες «χαρκιανές μυζήθρες», τον ανθότυρο και τα άλλα τυριά, που γίνονταν «εν ριπή οφθαλμού» ανάρπαστα στις αγορές του Ρεθύμνου, άλλων πόλεων της Κρήτης αλλά και πέρα από αυτές.
Όμως, σήμερα, δυστυχώς η παραγωγή τέτοιων προϊόντων έχει εξαφανιστεί και ο τυροκόμος από τη Νίθαυρη Αμαρίου Μιχάλης Λαντζουράκης, κάνοντας τη γύρα του από τις επαρχίες Αμαρίου, Μυλοποτάμου και Αγίου Βασιλείου με τα προϊόντα τυροκομικής πουλάει και στο χωριό, εκ παραδόσεως κτηνοτροφικό, με εξαιρετικές γεύσεις τυριών!
Είναι σημάδια των καιρών που γύρισαν βίαια τις ζωές των ανθρώπων. Η κτηνοτροφία χάθηκε και οι λίγοι που απόμειναν, κι από αυτούς ένας μόνο νέος ο Γιώργος Πανταγιάς 26 χρονών, κρατάνε τις ασχολίες τους. Όλοι κι όλοι τρείς ή τέσσερις στο χωριό διατηρούν μικρό κοπάδι από δέκα έως εβδομήντα αιγοπρόβατα και συνεχίζουν την παρασκευή προϊόντων τυροκομικής. Όσα από αυτά δεν εξαντλούνται στα σπίτια τους, στους συγγενείς και στους φίλους θα τα πουλήσουν για να συμπληρώσουν, αδιαμαρτύρητα, το πενιχρό εισόδημά τους…
«Αυτό το χωριό», λέει η Ειρήνη Φοβάκη-Βανταράκη, «ήταν το χωριό της περίφημης «χαρκιανής μυζήθρας», που έφτανε μέχρι και τη Θεσσαλονίκη και πιτήδειοι στην τέχνη τους ήταν ο Νίκος ο Κατικάς και η Στέλλα Φοβάκη. Τώρα τα πρόβατα λιγόστεψαν όπως λιγόστεψαν και οι άνθρωποι και μείναμε νομίζω όλοι κι όλοι 37 κι εγώ με τον άντρα μου που έχομε λίγα πρόβατα κάνω τυροζούλια…».
ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΚΡΑΤΗΣΕ ΕΩΣ ΤΟ 1970
Μέχρι το 1954 που έφυγε από τα Χάρκια για την Αθήνα για να δώσει μια άλλη πορεία στη ζωή του, ο Ηρακλής Φοβάκης βοηθούσε στη κτηνοτροφία. «Η κτηνοτροφία ζούσε το χωριό μαζί με τα αγροτικά», θα πει και θα συμπληρώσει: «Το χωριό ήταν μεγάλο και όλοι ζούσαν, και στα Χάρκια έβγαινε ο καλύτερος ανθότυρος στο νομό Ρεθύμνου και από τους καλύτερους στην Κρήτη. Υπήρχανε πολλά μητάτα στη «Σωχώρα», στου «Κομπόση», στου «Μεμίση», στη «Μεσανή χαλέπα», στο «Καλυβάκι», στου «Χοβόλη», στον «Αθάνατο», με ολόκληρες κτηνοτροφικές οικογένειες των Πανταγιάδων, των Βενιανάκηδων, των Φοβάκηδων και των Κατικάδων. Αυτή η ανάπτυξη που έθρεψε πολλές οικογένειες κράτησε ως το 1970…»
Μετά άρχισε η κατάρρευση και ο μεγάλος αριθμός των κατοίκων-κτηνοτρόφων εγκατέλειπε τα κοπάδια και στρέφονταν στις πόλεις. Ήταν το… ρεύμα των εποχών που τσαλάκωσε! Ο πληθυσμός των βοσκών συρρικνώνονταν, οι γέροντες αναχωρούσαν για το αιώνιο ταξίδι τους, οι πόρτες των σπιτιών έκλειναν και οι νέοι αναζητούσαν μια διαφορετική ζωή και έφευγαν. Έτσι, λοιπόν, φτάσαμε στο 2013 που στην άλλοτε «πηγή της μυζήθρας», οι πλανόδιοι τυροπώλες από άλλα κτηνοτροφικά χωριά, έρχονται, βρίσκουν πελάτες και πουλάνε!
«ΤΑ ΧΩΡΙΑ ΔΙΑΛΥΣΑΝΕ…»
Οι κρητικοί σκοποί και τα τραγούδια από το αυτοκίνητο-κλούβα, «χάλασαν» την παρατεταμένη ησυχία του χωριού, εκείνο το πρωινό. Τα τραγούδια από τα μεγάφωνα ήταν ο… τελάλης και αμέσως μαζεύτηκαν κάτοικοι για να ψωνίσουν. Τα τυροκομικά προέρχονται από το τυροκομείο του Καρούζου στη Νίθαυρη Αμαρίου, τα ζώα εκτρέφονται στον Ψηλορείτη και ο 38χρονος Μιχάλης Λαντζουράκης, ή πιο γνωστός Σφηνιάς, γυρίζει στα χωριά με το… κινητό τυροπωλείο του για τη διάθεση των προϊόντων…
Εξηγεί ο ίδιος: «Έχω πρόβατα και με τον κουμπάρο μου Στέφανο-Γιώργη Μπικάκη, που είναι τυροκόμος, και τα παρασκευάζει. Εγώ τα γυρίζω στα χωριά στο Αμάρι, στο Μυλοπόταμο και στον Άη Βασίλη και τα πουλούμε. Τα χωριά όμως έχουνε διαλύσει και δέκα χρόνια που γυρίζω, πρώτη φορά βλέπω αυτό το χάλι. Τα γεροντάκια πεθαίνουν και νέοι δεν υπάρχουν γιατί πάνε στις πόλεις. Ο κόσμος έχει διαλύσει και λεφτά δεν υπάρχουν. Μέχρι πού θα βαστάξει αυτό το πράμα;»
[πρώτη δημοσίευση madeincreta.gr, 9.8.2013]